Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

Κάνε μια ευχή


Ένα τρίξιμο ακούστηκε στη σκάλα καθώς ένα γυμνό λευκό πόδι πατούσε πάνω στο κεφαλόσκαλο.
-"Σςςςςςς. Κάνε ησυχία Αριάδνη. Μπορεί να ξυπνήσεις κανέναν!" ακούστηκε μια απαλή, κοριτσίστικη φωνή.
-"Συγγνώμη, το ξέχασα ότι τρίζει!" Ανταποκρίθηκε μια άλλη.
Δυο μικρές φιγούρες με άσπρα νυχτικά εμφανίστηκαν μέσα στο σκοτάδι. Η μια κρατούσε αναμένο ένα κερί και προπορευόταν προς την κορυφή της σκάλας ενώ η άλλη ακολουθούσε κάπως φοβισμένα.
-"Αδελφούλα, είσαι σίγουρη ότι μπορείς να βγεις έξω? Μπορεί να χειροτερέψεις με το κρύο".
-"Όχι Αριάδνη. Μη φοβάσαι. Σχεδόν κάθε βράδυ έρχομαι εδώ και είδες, ο γιατρός είπε πως πάω καλύτερα." την καθησύχασε το πρώτο κορίτσι και συνέχισε να ανεβαίνει. Ήταν πανέμορφη. Τα μάτια της ήταν γαλάζια σαν τον ουρανό και τα μαλλιά της κατάξανθα σαν αστερόσκονη. Και έτσι όπως ήταν ντυμένη στα λευκά, μπορούσες να την περάσεις και για άγγελο....
-"Έλα, φτάσαμε." ψιθυρησε και άνοιξε σιγά σιγά την πόρτα της ταράτσας.
-"Ουάου!" αναφώνησε η Αριάδνη "είναι πανέμορφα!" και τα καστανά μάτια της φωτίστηκαν από τα χιλιάδες αστέρια που φώτιζαν τον ξάστερο ουρανό.
-"Χαχα! Το ξέρω! Είναι μαγικά εδώ το βρά..." και πριν ολοκληρώσει τη φράση της, η κοπέλα άρχισε να βήχει δυνατά. Η Αριάνδη έτρεξε αμέσως κοντά της ανήσυχη.
-"Είσαι καλά? Καλύτερα να πάμε μέσα."
-"Όχι καλή μου. Είμαι μια χαρά. Να, κάτσε εδώ να σου δείξω κάποια πράγματα." της είπε και την τράβηξε να κάτσει δίπλα της.
"Τα βλέπεις αυτά τα μεγάλα αστέρια? Είναι ο Δενέβ,ο Βέγκας και ο Αλταίρ. Αν παρατηρήσεις σχηματίζουν τρίγωνο. Και εκείνο εκεί που μοιάζει με κούπα, είναι η μεγάλη Άρκτος."
-"Τι όμορφα!"
-"Αλλά το αγαπημένο μου αστέρι είναι η Αφροδίτη, ή αλλιώς, Αυγερινός. Αυτό, Αριάδνη μου, ξέρεις, λάμπει συνέχεια. Πρωί-βράδυ. Και είναι το πιο φωτεινό από όλα".
-"Και γιατί είναι πιο φωτεινό και τα άλλα δεν είναι?"
-"Δεν ξέρω. Ίσως γιατί μπορεί να συμβολίζει κάτι."
-"Να συμβολίζει?" απόρρησε η μικρή.
-"Ναι. Μπορεί ας πούμε, να συμβολίζει την ελπίδα, που είναι πάντα λαμπρή και αθάνατη. Ή μπορεί να συμβολίζει την Αγάπη." υπέθεσε το κορίτσι και συνέχισε να αγναντεύει σιωπηλή τον ουρανό.Τη σιωπή έσπασε η μικρούλα.
-"Άμα συμβολίζει την αγάπη και την ελπίδα, μπορώ να κάνω μια ευχή?"
-"Βεβαίως και μπορείς, καλή μου."
-"Τότε εύχομαι να μείνεις για πάντα κοντά μου!" φώναξε και αγκάλιασε την ξανθιά έφηβη με λαχτάρα.
-"Μακάρι Αριάδνη μου. Μακάρι..." είπε και δάκρυα άρχισαν να κυλούν στα μάτια της.
Τις επόμενες μέρες τα δυο κορίτσια ανέβαιναν συνέχεια στην ταράτσα και έκαναν παρέα στην Αφρ
όδίτη. Εκείνα της έλεγαν για τη ζωή στη γη και εκείνη τους ανταπέδιδε με ιστορίες και παραμύθια από τα βάθη του χρόνου. Ώσπου ένα βράδυ, η πόρτα δεν άνοιξε και η Αφρόδίτη έμεινε μόνη να απορεί που χάθηκε ξαφνικά η συντροφιά της.
Χρόνια πέρασαν και η πόρτα όλο και πάλιωνε. Αράχνες είχαν εγκατασταθεί στις χαραμάδες, μα κανείς δεν ερχόταν να την ανοίξει.
Ένα τρίξιμο ακούστηκε στη σκάλα, μόνο που τώρα μια νέα γυναίκα ανέβαινε τα παλιά σκαλιά. Με δισταγμό άνοιξε τη μεγάλη ξύλινη πόρτα και δάκρυσε μόλις ήρθε αντιμέτωπη με τη θέα που αντίκρισε. Πλησίασε στο κέντρο του πατώματος και έκατσε κάτω για να παρατηρήσει τον ουρανό.
-"Να ο Δενέβ, ο Αλταίρ και ο Βέγκας. Να η μεγάλη άρκτος, που μοιάζει με κούπα. Και να η Αφρόδίτη, λαμπερή και όμορφη όπως πάντα." σιγομιλούσε καθώς το χέρι της σχημάτιζε τους αστερισμούς. Ξάφνου έμεινε παγωμένη. Ένα νέο αστέρι είχε κάνει την εμφάνισή του και δεν το ήξερε. Ήταν εκεί. Λίγο πιο δίπλα από την Αφρόδίτη. Και η λάμψη του ήταν τόσο φωτεινή, όσο εκείνης. Τότε η κοπέλα κατάλαβε. Σηκώθηκε με αργές κινήσεις, σχημάτισε ένα χαμόγελο και φώναξε "Καληνύχτα Αναστασία..."
Ξάφνου, ένα αεράκι φύσηξε και η γυναίκα κίνησε να φύγει. Μα πριν προλάβει να κλείσει την πόρτα, σαν ψίθυρος από τις φυλλωσιές κάποια αγγελική φωνή της φάνηκε να της φωνάζει:
"Καληνύχτα Αριάδνη..."